Γιάννης Λούλης: Η μάχη του μη χείρον




Καθώς μπήκαμε στην προεκλογική εκστρατεία, έχουμε μπροστά μας τη μάχη του μη χείρον. Πού επενδύουν οι δυο πλευρές; Στην πόλωση. Τούτο συμβαίνει, κυρίως, διότι πρόκειται για την πιο εύκολη λύση. Και οι δύο μονομάχοι, λειτουργούν σπασμωδικά. Χωρίς καθαρή σκέψη και συγκρότηση. Αντιδρούν, εκτονωτικά, όπως ζητά ο μικρόκοσμός τους. Φυσικά, η επένδυση στην πόλωση δεν είναι κάτι καινοφανές στη χώρα μας. Αυτή αποτελεί εύκολη συνταγή που συσπειρώνει κόμματα σε κρίση. Στα οποία βρίσκονται και τα δύο μεγαλύτερα κόμματα της χώρας. Τόσο η ΝΔ, όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ, αντιδρούν έτσι από ανασφάλεια. Ανασφάλεια, που είναι προϊόν των λαθών και αδυναμιών τους, είτε κυβερνούν είτε αντιπολιτεύονται. Άλλωστε η παρούσα μάχη είναι για τους ψηφοφόρους εκείνη του μη χείρον.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη διανύει τη χειρότερη φάση της θητείας της. Καθώς τα προβλήματα της καθημερινότητας την πνίγουν. Υπάρχουν σοβαρά κρούσματα διαφθοράς. Οι υποκλοπές έχουν κάνει την όποια ζημιά τους στην κυβερνητική εικόνα. Επίσης, το εξιδανικευμένο «επιτελικό κράτος», έχει διαλυθεί. Μέσα στο κλίμα αυτό, η αξιωματική αντιπολίτευση θα έπρεπε να αναπτύξει μια ισχυρή δυναμική. Αυτό δεν έχει συμβεί. Ενώ τα όποια περιορισμένα κέρδη της αντιπολίτευσης από την κυβερνητική φθορά, δεν παραπέμπουν σε ισχυρό ρεύμα υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ. Βεβαίως, επειδή η κυβερνητική εικόνα έχει ραγίσει σε αρκετά μεγάλο βαθμό, ο ΣΥΡΙΖΑ μειώνει τη δημοσκοπική απόσταση. Κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση λοιπόν αγκομαχούν. Με το προβάδισμα υπέρ της ΝΔ. Αλλά και δύο προβληματικές εικόνες για ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ.

Γενικότερα, πάντως, τα πράγματα είναι πιο πιεστικά για την κυβέρνηση. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει πάντα το όπλο της διεθνούς του παρουσίας, που είναι άλλωστε το πιο δυνατό του χαρτί. Όμως στα πεδία που η κοινή γνώμη ψέγει την κυβέρνηση, καθώς δεν εκπέμπει κοινωνική ευαισθησία προς τα πιο ευάλωτα στρώματα, το κλίμα αυτό δεν θα αλλάξει εύκολα. Με τον ίδιο τον πρωθυπουργό, όλο και πιο απόμακρο. Ιδίως μάλιστα, όταν προσπαθεί «στημένα», με το όλο ύφος του, να εκπέμψει «λαϊκότητα». Παράλληλα, η πόλωση και κινδυνολογία, στην οποία καταφεύγει η κυβέρνηση, δαιμονοποιώντας τον ΣΥΡΙΖΑ, προσφέρει ελάχιστα στο κυβερνών κόμμα. Όμως, όπως συμβαίνει και με τον  ΣΥΡΙΖΑ, το «βαθύ κόμμα», όπως εκφράζεται από κάποια στελέχη πρώτης γραμμής, δεν οδηγεί στην ανάκαμψή του. Η ΝΔ, πάντως, περιορίζεται, όλο και περισσότερο, στην εικόνα του μη χείρον. Άρα με βάση τα παραπάνω, αποτελεί δεδομένο ότι η ΝΔ και ο αρχηγός της θα επενδύσουν στη δαιμονοποίηση του αντιπάλου τους. Οι δυνάμεις τους είναι άλλωστε ισχνές.

Όταν γράφονται οι γραμμές αυτές, προκαλούν αρνητική εντύπωση δύο σπασμωδικές αντιδράσεις της κυβέρνησης, χωρίς να έχουμε εικόνα ξεκάθαρη της πρώτης από αυτές. Το ότι η τραγωδία στο Μάτι, φαίνεται ότι θα αξιοποιηθεί μικροκομματικά και πολωτικά, ως εφαλτήριο μετωπικής επίθεσης στον ΣΥΡΙΖΑ, και εισαγωγή στην προεκλογική εκστρατεία της ΝΔ, δεν είναι ένα καλό σημάδι για το πολιτικό κλίμα. Παράλληλα, η ΝΔ, σε κρίση πανικού, επιστρατεύει τον Καρατζαφέρη, τοποθετώντας τον σε εκλόγιμη θέση στη λίστα επικρατείας της, κάτι που δείχνει ότι όλα τα μέσα θα αξιοποιηθούν για να εναγκαλισθεί τη δεξιά της δεξιάς της! Φυσικά, ήδη, η ΝΔ έχει διολισθήσει όλο και δεξιότερα. Με άλλους να το θεωρούν απλή πολιτική διεύρυνση. Και άλλους, πολύ δικαιολογημένα, ως μια εικόνα που τα λέει όλα: Δηλαδή όταν συγκρίνει τη ΝΔ του Κώστα Καραμανλή, ως παράταξη του «Μεσαίου Χώρου» που πλέον δεν εκφράζει η ΝΔ του Μητσοτάκη.



Το πιο ανησυχητικό πάντως είναι πως και τα δύο μεγάλα κόμματα προετοιμάζονται για οξύτατη πόλωση. Ενώ πέρα από την όποια στρατηγική τους, θα υπάρξουν και στελέχη τα οποία, ατομικά, θα είναι οι ακραίοι των ακραίων, με προσδοκία να διασφαλίσουν έτσι την επανεκλογή τους με κάθε τρόπο. Τα κρούσματα ήδη αυξάνονται. Με χαρακτηριστική δήλωση υπουργού που ισχυρίστηκε ότι κακώς εκπαραθυρώθηκε ο Δημητριάδης που υπήρξε ο πρωτεργάτης των υποκλοπών! Πάντως, ανεξάρτητα από τα όποια μεμονωμένα φαινόμενα, την εποχή που διανύουμε, και στα δυο μεγάλα κόμματα, η τάση προς ακραία πόλωση γίνεται τμήμα της κουλτούρας τους, κάτι που είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό!Ας περάσουμε τώρα στο χώρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης και στην πρόταση μομφής κατά της κυβέρνησης. Φυσικά η πρωτοβουλία αυτή προβλέπεται νόμιμα και δεν είναι ακραία. Όμως στο πλαίσιο μιας στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ, ήταν και περιττή και λανθασμένη. Ο Τσίπρας, είχε όλα τα πλεονεκτήματα στα χέρια του. Η κυβέρνηση ήταν προκλητική και αυθαίρετη εμποδίζοντας τον άτεγκτο Χαρ. Ράμμο, πρόεδρο της ΑΔΑΕ, να ενημερώσει τη Βουλή για συγκεκριμένες παρακολουθήσεις. Υβριστικός και ψευδέστατος ήταν ο ισχυρισμός της ΝΔ ότι ο Ράμμος –μια καταξιωμένη νομική προσωπικότητα– ήταν όργανο του Τσίπρα! Το φάκελο με τα σχετικά ονόματα τον ζήτησε ο Τσίπρας από τον Ράμμο που, ορθότατα, του τον παρέδωσε. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ορθώς, γνωστοποίησε τα ονόματα στη Βουλή. Από εκεί και πέρα, όμως, ο Αλέξης Τσίπρας έχασε μια μεγάλη πολιτική ευκαιρία: Αντί για την πρόταση μομφής (που φυσικά δικαιούτο), μόνο πραγματικό όφελος θα είχε αν έδινε μια συνέντευξη τύπου στο Ζάππειο. Αμείλικτος στις επικρίσεις του. Αλλά και ήπιος στους τόνους του. Όλα τα όπλα θα ήσαν στα χέρια του. Αυτή η κίνηση υπερεπαρκούσε. Δεν χρειάζονταν τίποτα άλλο!

Το μεγάλο πρόβλημα του Αλέξη Τσίπρα, για κάποιον που έχει στοιχειώδη κρίση και κοιτάζει τον ΣΥΡΙΖΑ ρίχνοντας φως «από τα έξω προς τα μέσα», είναι ο παθογενής εσωκομματικός μικρόκοσμος του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτός ο κομματικός μικρόκοσμος είναι αδύνατο να διαμορφώσει μια αποφορτισμένη στρατηγική που να τον υπερβαίνει. Όμως, όπως συμβαίνει στα σύγχρονα κόμματα, η στρατηγική και η επικοινωνία που προκύπτει, χαράσσεται από ειδικούς που συμβουλεύουν την ηγεσία του κόμματος. Καθώς, λοιπόν, η κυβέρνηση διανύει μια περίοδο όπου συσσωρεύει φορτία αδυναμιών, που την φθείρουν, η αξιωματική αντιπολίτευση χάνει σημαντικές ευκαιρίες όταν οδηγείται στην πόλωση. Και οι ευκαιρίες αυτές δεν της περισσεύουν.

Αν παρατηρήσει κανείς τους δύο βασικούς μονομάχους, θα αντιληφθεί πως η κυβέρνηση Μητσοτάκη διανύει την πιο ρυτιδιασμένη φάση της, ψάχνοντας σπασμωδικά για αποκούμπια που είναι, λίγο πολύ, σαθρά. Την ίδια ώρα όμως και ο ΣΥΡΙΖΑ, έχοντας καθυστερήσει πολύ στο να αποκτήσει μια στοιχειώδη στρατηγική, καλείται να οριοθετήσει τη στρατηγική αυτή, και να την τηρήσει απαρέγκλιτα. Αυτό όμως δεν αρκεί. Διότι πέρα από τη στρατηγική, που λίγο πολύ θυμίζει φτερό στον άνεμο, καλείται να πείσει ότι έχει το κατάλληλο ανθρώπινο υλικό για να κυβερνήσει ικανοποιητικά. Εδώ, άλλωστε, έχει καταγραφεί η μεγαλύτερη στρατηγική αδυναμία του Τσίπρα, που έχασε και ξανάχασε χρόνο για να μεταμορφώσει τον ΣΥΡΙΖΑ. Προσελκύοντας το κατάλληλο ανθρώπινο δυναμικό! Στη φάση αυτή, λοιπόν, δηλαδή κυριολεκτικά τη δωδεκάτη ώρα, ο Αλέξης Τσίπρας καλείται να προσθέσει 5-6 ξεχωριστά στελέχη από την κοινωνία, με ειδικές γνώσεις, τεχνοκράτες, οι οποίοι θα εμπλουτίσουν την κυβέρνησή του. Κάποιοι στα οικονομικά θα πλαισιώσουν τον Τσακαλώτο. Άλλοι θα υλοποιήσουν τομές στο κοινωνικό πεδίο. Και κάποιος θα αναλάβει το υπουργείο Εξωτερικών με εμπειρία στο διπλωματικό σώμα.

Κοιτάζοντας λοιπόν την πραγματικότητα του πολιτικού σκηνικού ωμά και άτεγκτα, είναι φανερό πως το κυβερνών κόμμα, παρά τον ασφυκτικό έλεγχό του στα ΜΜΕ, περνάει βαθύτατη κρίση. Είναι εξαντλημένο. Για την ώρα ο Μητσοτάκης είναι ο αδιαμφισβήτητος αρχηγός του. Που όμως πλέον τρεμοσβήνει, παρά το δημοσκοπικό προβάδισμά του. Και ο Τσίπρας; Αυτός διαθέτει το επικοινωνιακό χάρισμα, αν και μετά τις εκλογές, ο ίδιος το νέκρωσε. Όμως επειδή το χάρισμα είναι στη φύση του, αρχίζει να το ανακτά. Όμως όσο πνίγεται στον κομματικό του μικρόκοσμο, το ταλέντο του δύσκολα μπορεί να εκφρασθεί και να αποκτήσει ισχυρή δυναμική. Στην πολιτική χρειάζεται πειθαρχία, τόλμη και ρήξεις για να αλλάξουν άρρωστα κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ. Άρα η πρόκληση για τον Τσίπρα είναι κομβική.

Όμως, ως αντιστάθμισμα σε όλα αυτά, υπάρχει το υπόδειγμα του ηγέτη του βρετανικού Εργατικού Κόμματος Κιρ Στάρμερ που έβγαλε το κόμμα του από μια βαθιά κρίση. Ήδη είναι εκτός εξουσίας για 11 χρόνια, ενώ στα επόμενα δυο χρόνια που θα γίνουν εκλογές θεωρείται ο βέβαιος νικητής, καθώς προηγείται με 25%! Πρόσφατα το έγκυρο συντηρητικό περιοδικό Spectator αποθέωνε τον Στάρμερ και τη συθέμελη αλλαγή του κόμματός του που το μεταμόρφωσε. Όχι ως χαρισματικός ηγέτης. Αλλά διότι διέθετε ατσάλινη βούληση και αντίστοιχη στρατηγική. Έτσι υπάρχει ένα ερώτημα που προκύπτει για τον Τσίπρα: Είναι αργά να μάθει κάτι από το υπόδειγμα αυτό;

Ο Γιάννης Λούλης, διδάκτωρ του Καίμπριτζ, είναι επικοινωνιολόγος και συγγραφέας πολλών βιβλίων. Με πιο πρόσφατο το Η τοξική εποχή μας (Καστανιώτης, 2022).

Διαβάστε Επίσης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.