Η “Σμύρνα” του Βάσου Καπάνταη σύμβολο της πόλης για τα 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή




Η μνημειακή στην πλειονότητά της γλυπτική του Βάσου Καπάνταη, η προορισμένη δηλαδή όχι τόσο για το μουσείο όσο για το δημόσιο χώρο, αποτελεί κομμάτι της ιστορίας αυτού του τόπου. Δεν θα μπορούσε, λοιπόν, να λείπει από τα εκατόχρονα της Μικρασιατικής Καταστροφής. Με αφορμή την έκδοση του προγράμματος των Ιωνικών Γιορτών, του οποίου το εξώφυλλο καλύπτεται από τη Σμύρνα, ένα από τα πιο χαρακτηριστικά έργα του Νεοσμυρνιού γλύπτη, ας γνωρίσουμε λίγο το έργο αυτό που χαρακτηρίζει την πόλη και την ιστορία της:

Η Σμύρνα (1985) είναι τοποθετημένη πάνω σε έναν κίονα στον λιγοστό χώρο που της επιτρέπει το κιονόκρανο-βάθρο της, στην άκρη της πλατείας της Εστίας. Η φιγούρα μιας νεαρής γυναίκας στέκεται κρατώντας το παιδί της και αγναντεύοντας μακριά. Το φόρεμά της είναι αρχαιοπρεπές με πτυχές και διακοσμητικές σπείρες και η κίνησή της είναι αδιόρατη: σηκώνει ελαφρά το χέρι, ενώ το παιδί της κοιτά προς την ίδια κατεύθυνση, με την παλάμη του να το προστατεύει από τον ήλιο. Η αδιόρατη κίνηση του χεριού της μητέρας μαρτυρά μια εσωτερική αναταραχή, μια ένταση που προέρχεται από την πλησμονή της πόλης με την οποία το σύμπλεγμά της τιτλοφορείται. Η έκφρασή της είναι σοβαρή και μειλίχια, απορροφημένη από μια μελαγχολική συγκέντρωση του βλέμματος και η στάση της είναι ήρεμη αλλά σε εγρήγορση. Η νέα γυναίκα θα μπορούσε να είναι οποιοσδήποτε πρόσφυγας που ονειρεύεται την επιστροφή στον χαμένο τόπο, με την αξιοπρέπεια και τη θλίψη των κατατρεγμένων.

Ο Χρύσανθος Χρήστου (Η Γλυπτική του Βάσου Καπάνταη) κάνει συχνά λόγο για τις ζωγραφικές αξίες στο έργο του Καπάνταη με αφορμή τις σκιές που εκμεταλλεύτηκε ο γλύπτης και ανάλογα με το φως της ημέρας αλλάζουν την όψη του γλυπτού. Είναι το ίδιο σημαντικό να τονιστεί η αρχιτεκτονική διάταξη και ο προσανατολισμός του γλυπτού στο χώρο που έχει ιδιαίτερη σημασία στην περίπτωση του μνημείου. Ο Καπάνταης στήνει το γλυπτό σε μια άκρη της πλατείας αφήνοντας την πλατεία να εκτείνεται απεριόριστα εμπρός του, δημιουργώντας ένα κενό πλήρους νοήματος. Ο προσανατολισμός, η θέση, η στήριξη και η στάση του γλυπτού υποδηλώνουν το διάστημα που μεσολαβεί μέχρι το χώρο που αγναντεύει η φιγούρα, είτε αυτό στη φαντασία του θεατή είναι πέλαγος είτε στεριά, και δίνουν έρεισμα αληθοφάνειας στη σκηνή που διαδραματίζεται ενώπιον του θεατή. Ο τρόπος δηλαδή που έχει στηθεί η Σμύρνα δημιουργεί την ψευδαίσθηση του χώρου στον οποίο παραπέμπει ως «απέναντι πλευρά». Το αποτέλεσμα δεν είναι στατικό. Είναι δυναμικό διότι είναι ακόμα καταφανής η εσωτερική ταραχή και τραγωδία που ζει με αξιοπρεπή αυτοσυγκράτηση η γυναικεία φιγούρα. Το γλυπτό προκαλεί τον θεατή να σκεφτεί ότι παριστάνει τον ίδιο τον γλύπτη που, πίσω από τη μάσκα της γυναίκας, κηρύττει τον νόστο του με πάθος, καλλιτεχνική ορμή αλλά και αυτοσυγκράτηση σε μια πόλη γεμάτη με παλιούς πρόσφυγες.

Στην περίπτωση της Σμύρνας το αρχιτεκτονικό στήσιμο έρχεται να συμπληρώσει το γλυπτικό αποτέλεσμα και να δημιουργήσει μια θεατρική σκηνή πάνω στην πλατεία στην οποία παίζεται ξανά και ξανά το δράμα της προσφυγιάς, με πρωταγωνιστή τον ίδιο τον θεατή, ο οποίος καθίσταται, όπως σε κάθε μεγάλο γλυπτικό έργο, ενεργητικός.



Βιβλιογραφία

Δεληβοριάς Ά., Οικονομίδου Μ., Παπαστάμος Δ., Χρήστου Χ., “Καπάνταης Β. – Μνήμες Ιωνίας”, Έκδοση Ιονικής Τράπεζας, Αθήνα, 1990

«Βάσος Καπάνταης», Μουσείο Μπενάκη/Εκδόσεις Άγρα, Αθήνα, 2007

Διαβάστε Επίσης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.